ιππόθορος

ιππόθορος
ἱππόθορος, -ον (Α)
φρ. «ἱππόθορος νόμος» — μουσικό κομμάτι που παιζόταν, όταν οχεύονταν οι φοράδες, ως διεγερτικό τής ορμής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)* + -θόρος (< θορός «σπέρμα»), πρβλ. βού-θορος, έν-θορος(βλ. και ιπποθόρος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ιπποθόρος — ἱπποθόρος, ὁ (Α) (κυρίως για όνο που χρησιμοποιείται για παραγωγή ημιόνων) αυτός που οχεύει φοράδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + θόρος (< θορός «σπέρμα»), πρβλ. βου θόρος. Η παροξυτονία προσδίδει στο συνθ. ενεργητική σημασία, εν αντιθέσει προς… …   Dictionary of Greek

  • ἱπποθόρος — covering mares masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποθόρον — ἱπποθόρος covering mares masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποθόρων — ἱπποθόρος covering mares masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιππ(ο)- — (ΑΜ ἱππ[ο]) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό αναφέρεται στον ίππο ή έχει σχέση με τον ίππο. Αξίζει να σημειωθεί ότι με ανάλογη σημασιολογική εξέλιξη το ἱππο χρησιμοποιήθηκε στην Αρχαία Ελληνική και ως μεγεθυντικό πρόθημα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”